Ένα ναυτικό τοπίο από τον ζωγράφο Γιάννη Σταύρου - για να αλλάξει κάπως η, ούτως ή άλλως, ασχημη διάθεση μας...Γιάννης Σταύρου, Πρωϊνό στο λιμάνι, λάδι σε καμβάΑναζητώντας κάποιες αναλύσεις όσον αφορά το περιεχόμενο των μεγάλων οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα μας, ανάμεσα σε πολλά ενδιαφέροντα, ξεχωρίζουμε το άρθρο του οικονομολόγου Βάσιλη Βιλιάρδου που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του.
Περιγραφικό και οικονομικοτεχνικό το κείμενο φωτίζει και δίνει στοιχεία της κρίσης σε πλαίσιο ευρωπαϊκό...
Συμφωνούμε με την ανάλυση, παρόλο που καλύπτει μόνο μια σκοπιά. Δεν είδαμε να αναφέρεται πουθενά η ευθύνη των νεοελλήνων μέσα σ' όλη αυτήν την κατάρευση - κατά τη λαϊκή ρήση "ο λαός διαλέγει τους αφέντες που του ταιριάζουν"...
Παραθέτουμε όμως μεγάλο απόσπασμα από το άρθρο, καθώς το συγκεκριμένο περιεχόμενό του είναι άκρως διαφωτιστικό:
Η Απειλή του Χρέους
Βάσιλης Βιλιάρδος29-12-2009
Οι «οικονομικές θυσίες» που επιζητούνται από την κυβέρνηση, αλλά και από τους ίδιους τους Πολίτες, είναι μεν εύλογες, αλλά δυστυχώς άνευ αξίας και αντικειμένου – αν όχι μία εντελώς ανεύθυνη και επικίνδυνη, ποινικά κολάσιμη «διασπορά ψευδών ελπίδων».
*************
Μετά την οδυνηρή, διεθνή «εμπειρία» της Lehman Brothers, θεωρούμε ότι πολύ δύσκολα θα επαναληφθούν στο μέλλον «συστημικά» λάθη τέτοιου μεγέθους και «καταστροφικότητας» - πόσο μάλλον όταν πρόκειται για κυρίαρχες χώρες και μάλιστα για μέλη διακρατικών ενώσεων. Η άποψη μας ενισχύεται πλέον από το γεγονός ότι, ακόμη και οι ειδικοί του γερμανικού κοινοβουλίου, οι οποίοι ανέλυσαν την ενδεχόμενη αδυναμία της χώρας μας να ανταπεξέλθει με την πληρωμή των χρεών της, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως δεν επιτρέπεται να αποκλεισθεί ένα μέλος της Ευρωζώνης - να «εκδιωχθεί» δηλαδή, λόγω χρεοκοπίας.
Εν τούτοις, κατά τους ίδιους, η μη τήρηση εκ μέρους ενός κράτους-μέλους των κοινών «νομισματικών κανόνων» (η πτώχευση είναι το αποκορύφωμα μίας τέτοιας «απειθαρχίας»), μπορεί να οδηγήσει στο να τεθεί σε «διαθεσιμότητα»: για παράδειγμα, στους συνεχείς και «στενούς» ελέγχους της κυβέρνησης του, καθώς επίσης στην απώλεια της ψήφου του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο - στη στέρηση δηλαδή των δημοκρατικών (εκλογικών) του δικαιωμάτων!!
Η Ε.Ε., κατά την άποψη μας και χωρίς να αποκλείουμε κανένα άλλο ενδεχόμενο, δεν μπορεί να διακινδυνεύσει τη χρεοκοπία ενός κράτους-μέλους της ζώνης του Ευρώ, όταν δεν έχει ταυτόχρονα τη δυνατότητα να το «εκδιώξει» (στο άρθρο μας «Έξοδος από την Ευρωζώνη», έχουμε αναφερθεί αναλυτικά). Τα επακόλουθα άλλωστε ενός τέτοιου γεγονότος είναι πολύ δύσκολα προβλέψιμα - πολύ περισσότερο, επειδή οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι σε μεγάλο βαθμό συνδεδεμένες μεταξύ τους. Για παράδειγμα, τα γερμανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν δανείσει συνολικά 2.119 δις € εντός της Ευρώπης – 38 δις στην Ελλάδα, 183 δις € στην Ιρλανδία, 237 δις στην Ισπανία κοκ. Η μη πληρωμή επομένως των δανείων εκ μέρους μίας χώρας, θα είχε καταστροφικά αποτελέσματα στους ισολογισμούς των υπολοίπων - «αλυσιδωτά» κατά κάποιον τρόπο, εκτός βέβαια από τον τεράστιο πανικό που θα προκαλούσε στις διεθνείς χρηματαγορές: οι επενδυτές θα απέσυραν αμέσως τα χρήματα τους, τουλάχιστον από τις «ελλειμματικές» χώρες.
Ο «σχεδιασμός» λοιπόν της Κομισιόν, η λύση δηλαδή στο «Ελληνικό αδιέξοδο» που φαίνεται να προκρίνεται (θα ακολουθήσει σύντομα το «Ιταλικό αδιέξοδο» κοκ), επικεντρώνεται στη δημιουργία ενός «ταμείου» ειδικών αναγκών, στο οποίο θα συνεισφέρουν όλες οι χώρες της Ε.Ε. Το ταμείο αυτό, ένα είδος ευρωπαϊκού ΔΝΤ (ειδικά η Γερμανία, αλλά και άλλα κράτη, δεν επιθυμούν την ανάμιξη του ΔΝΤ στις χώρες της Ευρωζώνης), θα δανείζει τα κράτη που τυχόν αντιμετωπίζουν πρόβλημα ρευστότητας, έναντι όμως πολύ αυστηρών μέτρων - υπό την ολοκληρωτική πλέον «επιτήρηση» των Βρυξελών και με πολύ επώδυνες κυρώσεις.
Το ουσιαστικό θέμα όμως της χώρας μας, όσο παράδοξο και αν ακούγεται, δεν είναι το από πού θα δανεισθεί στο μέλλον - ενδεχομένως το ΔΝΤ θα ήταν προτιμότερο, εάν «παρείχε» χαμηλότερα επιτόκια, με λιγότερες απαιτήσεις. Το βασικό πρόβλημα είναι το πώς θα επιλύσει τα χρόνια προβλήματα της Οικονομίας της, τα γνωστά μας «διαρθρωτικά» - κυρίως δε το πως θα εξασφαλίσει την «ανασύσταση» του παραγωγικού της μηχανισμού, χωρίς τον οποίο θα καταλήξει ξανά στην ίδια θέση: πολύ πιο χρεωμένη. Το δημόσιο χρέος είναι ουσιαστικά μία «κινούμενη άμμος», μία «κεντροφόρα» πανίσχυρη δίνη που, όσο περισσότερο προσπαθεί να ξεφύγει ένα κράτος, πόσο μάλλον απεγνωσμένα και σπασμωδικά, τόσο πιο πολύ βυθίζεται στο θανάσιμο «εναγκαλισμό» της.
Δυστυχώς, κάτι που δυσκολεύει «τα μέγιστα» τη χώρα μας, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ένας χώρος ομοιόμορφων κρατών, αλλά ένα έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον, με ισχυρά κράτη που επιδιώκουν την «ηγεμονία» της – γεγονός που αποδεικνύεται από την αντίθεση της Γερμανίας στη δημιουργία ενός κοινού Ευρωπαϊκού Οικονομικού Υπουργείου, το οποίο προτάθηκε από τη Γαλλία, ενός «Ευρωομολόγου» που ζητήθηκε από την Ιταλία και από διάφορα άλλα.
Η χώρα μας λοιπόν, επιλέγοντας την παραμονή της στην Ευρωζώνη, οφείλει όχι μόνο απλά να επιβιώσει, δανειζόμενη περαιτέρω αλλά, κυρίως, να καταφέρει να ανταγωνισθεί με επιτυχία όλα τα υπόλοιπα κράτη - έτσι ώστε να μην καταλήξει σε έναν «άβουλο δορυφόρο» ενός ευρωπαϊκού «μορφώματος», πίσω από το οποίο κινεί τα νήματα μία «σκοτεινή εξουσία» (δεν αναφερόμαστε φυσικά σε κάποια συνωμοσία, αλλά σε ένα εξόφθαλμο γεγονός). Είναι όμως σε θέση να το επιτύχει (εάν υποθέσουμε βέβαια ότι είναι βιώσιμο το Ευρώ), παρά τις διαφορετικές οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στην Ευρώπη και την ανομοιομορφία των κρατών της;
Ας μην ξεχνάμε ότι, από οικονομικής «σκοπιάς», δεν θα έπρεπε ποτέ να είχε εισαχθεί το € σε μία περιοχή που δεν συνιστά «άριστο νομισματικό χώρο». Ο λόγος λοιπόν της απόφασης «εισαγωγής» του κοινού νομίσματος δεν μπορεί να ήταν οικονομικός (οι οικονομικές γνώσεις των ισχυρών, των ηγετικών μάλλον ευρωπαϊκών χωρών, είναι εκτός κάθε αμφιβολίας), αλλά πιθανότατα πολιτικός - στρατηγικός καλύτερα.
Επομένως, το «δράμα» που ζούμε σήμερα, θα μπορούσε να έχει προβλεφθεί πριν από πολλά χρόνια «εν αγνοία» μας (επίσης «εν αγνοία» πολλών άλλων ελλειμματικών χωρών) – πολύ περισσότερο όταν διαπιστώνουμε ολοκάθαρα μία «μονοδρομημένη» μέθοδο επίλυσης του, η οποία δεν προσπαθεί καθόλου να επικεντρωθεί στον πυρήνα του προβλήματος: στην «αποψίλωση» δηλαδή του παραγωγικού ιστού. Κάτω από αυτό το διαφορετικό πρίσμα, η χρηματοπιστωτική κρίση λειτουργεί προς όφελος των πλεονασματικών χωρών της Ε.Ε. – όπως επίσης προς όφελος των ελάχιστων άλλων κερδοφόρων Οικονομιών, στο παγκόσμιο «γίγνεσθαι» (ιδιαίτερα της Κίνας).
Για να τεκμηριώσουμε το συμπέρασμα μας, η Γερμανία (εν μέρει ίσως και η Γαλλία), αυξάνει συνεχώς την ανταγωνιστικότητα της – δυστυχώς «εις βάρος» των υπολοίπων Ευρωπαϊκών χωρών. Ταυτόχρονα «αποβιομηχανοποιεί» συστηματικά, με τη βοήθεια των «dumping» μισθών των εργαζομένων της και όχι μόνο, σχεδόν ολόκληρο τον «Ευρωχώρο». Κάτι τέτοιο λειτουργεί μόνο με τη βοήθεια του κοινού νομίσματος, του € δηλαδή - κυρίως επειδή η ζήτηση των γερμανικών προϊόντων αυξάνεται, λόγω της υπερχρέωσης των ελλειμματικών κρατών (έχουμε αναφερθεί αναλυτικά στο άρθρο μας «Ο αδύναμος κρίκος»).
Για την καλύτερη κατανόηση του θέματος, οφείλουμε να αναφέρουμε ότι στο «σύστημα» μας, τα χρήματα «δημιουργούνται» μόνο μέσω των χρεών (κατά το παράδειγμα των τραπεζών και της σχεδόν γεωμετρικά «πολλαπλασιαστικής» σχέσης μεταξύ των καταθέσεων και των πιστώσεων που έχουμε αναλύσει σε προηγούμενο άρθρο μας). Εάν λοιπόν μία χώρα εξάγει «πλεονασματικά», εάν δηλαδή οι «καθαρές εξαγωγές» είναι μεγαλύτερες των εισαγωγών της, τότε οι χώρες «καθαρής εισαγωγής» χρεώνονται απέναντι της, στο αντίστοιχο ποσόν που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ των εισαγωγών και των εξαγωγών τους (εμπορικό ισοζύγιο), για να αγοράσουν τα προϊόντα της.
Έτσι, δημιουργείται ένας αυτονόητος, ένας «ανατροφοδοτούμενος φαύλος κύκλος», επειδή τα συνεχώς αυξανόμενα χρέη οδηγούν έμμεσα (μεταξύ άλλων) σε υψηλότερο εργατικό κόστος, το οποίο «συμβάλλει» στην περαιτέρω αποβιομηχανοποίηση της χώρας που χρεώνεται – άρα σε όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση της από τις εισαγωγές, με συνεχώς ακριβότερες τιμές αγοράς.
Στο τέλος, μία τέτοια χώρα εξαρτάται σχεδόν απόλυτα από το νέο δανεισμό και τους δανειστές της: καταλήγει να επιβιώνει δηλαδή «τεχνητά», συνδεδεμένη άρρηκτα με έναν «πιστωτικό ορό». Εάν δε προσπαθήσει κανείς να την αποκόψει από τον «ορό», θα την οδηγήσει υποχρεωτικά σε απίστευτα καταστροφικές, κοινωνικές «εκρήξεις», με παγκόσμια «εμβέλεια». Ειδικά όσον αφορά τη σχέση Ε.Ε. – Ελλάδας (Ιρλανδίας Ισπανίας, Ιταλίας, Λετονίας, Πολωνίας, Αυστρίας κλπ), η ποία «διέπεται» από τα παραπάνω, εάν η Ευρώπη δεν αναθεωρήσει δραστικά τις απόψεις της, τότε έχει τις παρακάτω «επιλογές»:
(α) Να συνεχίσει να «επιδοτεί» την Ελληνική Οικονομία όπως, αργά ή γρήγορα, και τις υπόλοιπες ελλειμματικές.
(β) Να κλείσει ερμητικά τα σύνορα της, λαμβάνοντας αποστάσεις από την παγκοσμιοποίηση.
(γ) Να δημιουργήσει μία νέα γενιά «πεινασμένων» οικονομικών μεταναστών, με τεράστια προβλήματα κοινωνικής ενσωμάτωσης.
Αναλυτικότερα, ειδικά όσον αφορά τους «dumping» μισθούς που αναφέραμε, η Γερμανία δεν περιορίζεται μόνο στη σταθερότητα ή στη μείωση τους - σε πλήρη αντίθεση με την «αναγκαστική» αύξηση των μισθών των ελλειμματικών χωρών. Ουσιαστικά, οι μισθοί επιδοτούνται από το κράτος, επαυξημένα σε περιόδους ύφεσης, παρά το ότι κάτι τέτοιο «διαστρεβλώνει» τον ανταγωνισμό και οφείλει να «τιμωρείται» από την Ε.Ε. (οι άμεσες επιδοτήσεις επιχειρήσεων εντός της Ε.Ε. απαγορεύονται δήθεν αυστηρά από την Κομισιόν).
Η επιδότηση αυτή, σε συνδυασμό με το έκτακτο μέτρο της απόσυρσης των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων («βλακωδώς» συνέβαλλαν και πολλές άλλες χώρες, με ανύπαρκτη αυτοκινητοβιομηχανία), συνετέλεσε στην επιτυχή μέχρι σήμερα αντιμετώπιση της παγκόσμιας ύφεσης από τη Γερμανία (μείωση της ανεργίας στο 7,9% από το 8,7% πριν από την κρίση κλπ). Αντίθετα, ενέτεινε σε μεγάλο βαθμό το ήδη «τραγικό» πρόβλημα των υπολοίπων ευρωπαϊκών και άλλων χωρών (η ανεργία αυξήθηκε στη Γαλλία από 8,4% στο 9,5%, στη Μ. Βρετανία από 5,5% στο 8,8% και στις Η.Π.Α. από 4,5% στο 10%).
Η επιδότηση της «μικρότερης απασχόλησης», ένα καθαρά γερμανικό, εξαιρετικό αναμφίβολα «μοντέλο», δίνει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα διάθεσης των προϊόντων τους, να μειώνουν το χρόνο εργασίας του προσωπικού τους (από 30% μέχρι και εξ ολοκλήρου) - έως και για ένα χρονικό διάστημα 24 μηνών. Το 65% περίπου της απώλειας του καθαρού μισθού των εργαζομένων πληρώνεται από το κράτος - καθώς επίσης το 50%των εργοδοτικών εισφορών (μετά τους 6 μήνες, ακόμη και το 100%).
Κατ’ αυτόν τον τρόπο (κόστισε μέχρι στιγμής περί τα 5 δις € στη Γερμανία, όσο και η απόσυρση δηλαδή), η ανεργία δεν αυξάνεται (οι εργαζόμενοι με μειωμένο ωράριο αυξήθηκαν από 39.000 πριν την κρίση στο 1,1 εκ. σήμερα – ποσοστό 3,8% επί του συνόλου), οπότε αφενός μεν δεν περιορίζεται η κατανάλωση, αφετέρου δε οι επιχειρήσεις διατηρούν το εξειδικευμένο προσωπικό τους, χωρίς να υποχρεώνονται σε απολύσεις (αποφεύγοντας ταυτόχρονα τις απεργίες, τις εργασιακές διαμάχες, τις έντονες κοινωνικές αναταραχές κλπ).
Την ίδια στιγμή όμως μειώνουν δραστικά το κόστος λειτουργίας τους και αυξάνουν γεωμετρικά τη «συγκριτική» ανταγωνιστικότητα τους – ιδιαίτερα σε περιόδους ύφεσης. Πρόκειται λοιπόν για ένα έμμεσο, για ένα «κρυφό» καλύτερα «όπλο» «υπόγειας» ενίσχυσης των γερμανικών επιχειρήσεων, το οποίο διαστρεβλώνει τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς και «αποβιομηχανοποιεί» εγκληματικά όλες τις υπόλοιπες χώρες - με τη βοήθεια των υφέσεων και των κρίσεων.
Κάτω από τέτοιες συνθήκες, οι οποίες καλλιεργούν σκόπιμα τεράστιες ανισότητες εντός της Ευρώπης, πως είναι αλήθεια δυνατόν να ανταπεξέλθει ένα ελλειμματικό κράτος το οποίο, συν τοις άλλοις, είναι «υπέρ του δέοντος» χρεωμένο; Επιβάλλοντας νέους φόρους και καταστέλλοντας τη φοροδιαφυγή (τα μέτρα αυτά λειτουργούν συχνά προς την αντίθετη πλευρά, όπως έχει αποδειχθεί σε πολλές περιπτώσεις – «άνθηση» της φοροδιαφυγής στην Αργεντινή εν μέσω κρίσης και κατασταλτικών ΔΝΤ μέτρων, μέσα από τη λειτουργία επιχειρήσεων χωρίς νόμιμη άδεια κλπ), μπορεί αλήθεια
(α) να «αναστήσει» τον απονεκρωμένο παραγωγικό του μηχανισμό, ο οποίος «βάλλεται» από παντού,
(β) να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του και να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα του ή, μήπως,
(γ) οδηγείται «μονοδρομημένα» στην αυτοκτονία – στην υποδούλωση του δηλαδή και στην πλήρη «δορυφοροποίηση»;
Ενδεχομένως, οι πίνακες που ακολουθούν να αναδείξουν την «ανεπάρκεια» αυτών που φαντάζονται ότι μπορούμε μόνοι μας, έστω με μεγάλες θυσίες, να λύσουμε συσσωρευμένα προβλήματα δεκαετιών - μέσα στην Ευρωζώνη, χωρίς νομισματικά «εργαλεία», «δεμένοι χειροπόδαρα», εν μέσω μίας παγκόσμιας ύφεσης σε εξέλιξη και με τη γεωμετρική ενδυνάμωση των πλεονασματικών κρατών, εις βάρος των ελλειμματικών.
Περισσότερα